List of medical roots, suffixes and prefixes — This is a list of roots, suffixes, and prefixes used in medical terminology, their meanings, and their etymology. There are a few rules when using medical roots. Firstly, prefixes and suffixes, primarily in Greek, but also in Latin, have a… … Wikipedia
πύρεθρο — (χρυσάνθεμον το κινεραριόφυλλον). Φυτό ποώδες της οικογένειας των συνθέτων η κομποζίτων (δικοτυλήδονα), που φυτρώνει άγριο σε πετρώδεις περιοχές της βορειοηπειρωτικής Ελλάδας και κατά μήκος της Αδριατικής. Τα άνθη του (κεφάλια), αφού αποξηρανθούν … Dictionary of Greek
ωτίτιδα — η, Ν ιατρ. οξεία ή χρόνια φλεγμονή τού έξω και, κυρίως, τού μέσου αφτιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < οὖς*, ὠτός «αφτί» + επίθημα ῖτις/ ίτιδα* (πρβλ. φαρυγγ ίτιδα). Η λ., στον λόγιο τ. ὠτῖτις, μαρτυρείται από το 1873 στον Ανδρ. Αναγνωστάκη] … Dictionary of Greek
pharyngectomy — /far in jek teuh mee/, n., pl. pharyngectomies. Surg. excision of part or all of the pharynx. [1885 90; PHARYNG + ECTOMY] * * * pharyngectomy (færɪnˈdʒɛktəmɪ) [f. Gr. ϕάρυγξ, ϕαρυγγ pharynx + ἐκτοµή cutting out.] Excision of the pharynx. in Cent … Useful english dictionary